ΠΡΕΠΕΙ ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΝΑ ΖΗΤΟΥΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ;
Συνήθως, οι περισσότεροι αγώνες δίνονται για βελτιώσεις εντός του υπάρχοντος συστήματος: ψηλότερους μισθούς, καλύτερες συνθήκες δουλειάς, δημόσια υγεία και κοινωνική ασφάλιση, αντιρατσιστικούς νόμους και πολιτικές ενίσχυσης των μειονοτήτων και των γυναικών, το δικαίωμα ίδρυσης σωματείων, προστασία από την αστυνομική αυθαιρεσία, προστασία τον περιβάλλοντος, το σταμάτημα τον εκάστοτε πολέμου, κλπ. Κανένα από αυτά τα αιτήματα δεν αμφισβητεί την ύπαρξη τον κράτους και του καπιταλισμού. Υπάρχει μάλιστα η γνωστή ιστορία των αριστεριστών που για να δείξουν πόσο «επαναστάτες είναι, αρνούνται να στηρίξουν αυτά τα αιτήματα ή ακόμα και εναντιώνονται σ’ αυτά θεωρώντας τα κατευναστικά και παρηγορητικά. Τέτοιες απόψεις ακούς από πολλούς σήμερα. Υπάρχουν επίσης πολλοί αναρχικοί οι οποίοι αντιτίθενται στην ύπαρξη των σωματείων (ιδίως όταν δεν είναι «επαναστατικά σωματεία»), αφού τα σωματεία κάνουν συμφωνίες με τους καπιταλιστές αντί να τους ανατρέψουν! Υπάρχουν επίσης ακραίοι οι οποίοι δεν θέλουν να υπερασπίζονται το βιοτικό επίπεδο των Αμερικανών εργατών, μέχρις ότου οι εργάτες στις ΗΠΑ να γίνουν τόσο φτωχοί όσο οι εργάτες των καταπιεσμένων χωρών. Και τέλος αναφέρω και τούς «πρωτογονιστές» που θέλουν να γυρίσουμε όλοι στο επίπεδο του προ-πολιτισμού των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών.
Το θέμα είναι ΜΕ ΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ παλεύουμε για μεταρρυθμίσεις. Το κλειδί, η ανυποχώρητη στρατηγική επιλογή μας, είναι πως: ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. ‘Όταν τα αφεντικά διακηρύσσουν πως δεν μπορούν να κάνουν αυξήσεις και αντίθετα απαιτούν περικοπές μισθών, ή όταν το κράτος λέει πως δεν μπορεί να στηρίξει τη δημόσια υγεία, οι περισσότεροι συνδικαλιστές συμβιβάζονται. Αυτοί οι «ηγέτες» της εργατικής τάξης δηλώνουν πως δεν έχουν την πρόθεση να πτωχεύσουν την εταιρεία ή να ξετινάξουν τον κυβερνητικά προϋπολογισμό. Αυτό θεωρείται «ρεαλισμός».
Κατά τη γνώμη μας, κάθε άρχουσα τάξη κάνει μια συμφωνία με την εργατική της τάξη. Στις ΗΠΑ, οι καπιταλιστές έχουν πλούτη που ξεπερνούν κατά πολύ τα πλούτη των αρχαίων βασιλέων. Σε αντάλλαγμα παραχώρησαν στους εργάτες ένα σχετικά υψηλό βιοτικό επίπεδο (περίπου όπως το βιοτικό επίπεδο στη Σκανδιναβία) και έναν σχετικό βαθμό ελευθερίας και δημοκρατίας (αυτά τα προνόμια δόθηκαν κυρίως στον λευκό πληθυσμό, βέβαια). Παρομοίως, οι κυβερνώντες στην πρώην Σοβιετική Ένωση είχαν απεριόριστη δύναμη και πλούτο, και ως αντάλλαγμα παρείχαν στους εργάτες τους εγγυημένες εργασίες, σπίτια, και δημόσια υγεία, αν και όλα αυτά ήταν σχετικά χαμηλής ποιότητας.
‘Όταν οι καπιταλιστές άρχισαν να επιβουλεύονται το βιοτικό επίπεδο των εργατών -πράγμα πού γίνεται εδώ και μια δεκαετία- αμέσως υποδείξαμε πως αθετούν την κοινωνική τους υπόσχεση. Εάν δεν είναι σε θέση να εγγυηθούν ευημερία και ελευθερία για όλους σε αυτή την υψηλά βιομηχανοποιημένη χώρα, ας αφήσουν κάποιον άλλο να κάνει κουμάντο -δηλαδή τους εργάτες. Αν η εταιρεία επικαλείται πτώχευση, ας αφήσει τους εργάτες να δουν τα λογιστικά βιβλία και τις μεθόδους παραγωγής. Αν τα αφεντικά δεν μπορούν να διαχειριστούν την εταιρεία και να πληρώσουν τούς εργάτες, τότε πρέπει να γίνει απαλλοτρίωση και η επιχείρηση (είτε είναι γραφείο, ναυπηγείο, ή ότι άλλο) να διοικηθεί από τους εργάτες και την κοινότητα. Το κράτος ισχυρίζεται πως δεν μπορεί να πληρώσει για δημόσιες υπηρεσίες (μην ξεχνάμε πως άφησε στην τύχη της ολόκληρη την πόλη της Νέας Ορλεάνης). Ας αντικαταστήσουμε λοιπόν το κράτος με ένα δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών. Εν τω μεταξύ, όμως, δεν δεχόμαστε ούτε περικοπές μισθών, ούτε περικοπές των κοινωνικών υπηρεσιών. Αποκηρύσσουμε μάλιστα τους ηγέτες των συνδικάτων και τους υποστηριζόμενους από τα συνδικάτα πολιτικούς οι οποίοι αποδέχονται την επίθεση στους εργάτες.
Το ίδιο πρέπει να συμβεί και σε άλλα θέματα. ‘Όταν για παράδειγμα η κυβέρνηση των ΗΠΑ «εγκλωβίζεται» σε κάποιον πόλεμο, όπως συμβαίνει και τώρα, οι φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί σκέφτονται πώς θα απεμπλακούν από αυτόν, χωρίς να χάσει όμως η χώρα τα ιμπεριαλιστικά της κεκτημένα. Οι «ηγέτες» του κινήματος ειρήνης, ενδιαφέρονται πώς να εκλέξουν αστούς πολιτικούς στην εξουσία, και πώς να τούς πείσουν να ακολουθήσουν πιο «ήπιες» πολιτικές. Εμείς, αντίθετα, απορρίπτουμε συνολικά τις πολιτικές των εθνικών κρατών, τον ιμπεριαλισμού, και τις εξουσιαστικές πολιτικές πού διαχωρίζουν «εμάς» από τούς «άλλους», απαιτούμε την άμεση αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από παντού, και εναντιωνόμαστε στη στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ.
Αυτός ο προσανατολισμός συμβαδίζει με μια στρατηγική προσέγγιση των κινημάτων των εργατών και των καταπιεσμένων. Οι αναρχικοί εργάτες υποστηρίζουν πάντα τη μαχητικότητα και την ανεξαρτησία της εργατικής τάξης. Σε κάθε δεδομένη περίσταση σκεφτόμαστε πώς να αυξήσουμε τη μαχητικότητα και την ανεξαρτησία, πώς να κινητοποιήσουμε τον κόσμο να αγωνιστεί σκληρά και πιο αποτελεσματικά ενάντια στους εξουσιαστές. Όσο πιο μαχητικός, ανεξάρτητος και δημοκρατικός -δηλαδή επαναστατικός- είναι ο αγώνας, τόσο πιο πιθανό είναι οι εξουσιαστές να παραχωρήσουν μεταρρυθμίσεις. Η ύπαρξη μιας επαναστατικής πτέρυγας τον κινήματος, αυξάνει τις πιθανότητες τα αφεντικά να συναλλαχθούν με τούς μεταρρυθμιστές (αυτό απέδειξε ο Μάλκομ Χ στο κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα). Ακόμα, λοιπόν, και σε μια περίοδο που μόνον μεταρρυθμίσεις μπορούν να κερδηθούν, ένα επαναστατικό κίνημα είναι απαραίτητο.
Οι επαναστάτες υποστηρίζουν τούς αγώνες για μεταρρυθμίσεις, επειδή είναι αγώνες. Οτιδήποτε κινητοποιεί το λαό ενάντια στους εξουσιαστές του είναι καλό. Οτιδήποτε ενισχύει την αυτοπεποίθηση και τη θέληση για αγώνα, είναι καλό. Οι επαναστάσεις, δεν ξεκινούν σαν επαναστάσεις. Ξεκινούν σαν ταξικοί αγώνες.
Η διάκριση μεταξύ μεταρρύθμισης και επανάστασης δεν είναι κατ’ ανάγκην τόσο απόλυτη, εξαρτάται από τις συνθήκες.
Σε περιόδους σταθερότητας και ευημερίας οι ρεφορμιστικοί αγώνες αξίζουν μόνον σαν παρακαταθήκη για το μέλλον.’Όμως σε περιόδους που το σύστημα αντιμετωπίζει δυσκολίες όπως τώρα- τότε τα ρεφορμιστικά αιτήματα μπορεί να πυροδοτήσουν επαναστατικούς ξεσηκωμούς. Αυτό έχει γίνει και ξαναγίνει κατά τη διάρκεια πολλών επαναστάσεων (ενδεικτικά αναφέρω τον αγώνα ενάντια στο φόρο που έβαλαν οι Βρετανοί στο τσάι που τελικά επέσπευσε την επανάσταση των ΗΠΑ, ή τη διαμαρτυρία των γυναικών της εργατικής τάξης που ζήταγαν ψωμί και πυροδότησε την επανάσταση στη Ρωσία).
ΠΡΕΠΕΙ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΡΕΦΟΡΜΙΣΤΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ;
Οι μαρξιστές και οι σοσιαλδημοκράτες απαιτούν μεταρρυθμίσεις μέσω του κράτους. Πιστεύουν πως ο κρατισμός είναι η λύση : είτε μια κρατική οικονομία, είτε μια καπιταλιστική οικονομία όπου υπάρχει ισχυρή κρατική ρύθμιση και παρέμβαση. Οι αναρχικοί ήταν πάντα αντίθετοι στα κρατικά-καπιταλιστικά προγράμματα. Το κράτος είναι ακόμη ένα καπιταλιστικό εργαλείο καταπίεσης. Δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο. Θέλουμε να το συντρίψουμε, και όχι να το ενισχύσουμε.
Παρόλα αυτά, ενώ το κράτος δεν είναι καλύτερο από τις ιδιωτικές εταιρείες, δεν είναι και απαραίτητα χειρότερο. Η στάση μας απέναντι στις μεταρρυθμίσεις του κράτους πρέπει να έχει τακτικό και όχι αξιωματικό χαρακτήρα . Για παράδειγμα, είναι ξεκάθαρο πως η «ιδιωτικοποίηση» των δημοσίων υπηρεσιών (που μετατρέπει τις δημόσιες υπηρεσίες σε ιδιωτικές επιχειρήσεις) Θεωρείται επίθεση έναντι των εργαζομένων. Είναι ένας τρόπος για να σταματήσει η προστασία της απασχόλησης των δημοσίων υπαλλήλων, και να περικοπούν οι παροχές της εργατικής τάξης. Γι’ αυτό το λόγο οι εργάτες έχουν δίκιο που αντιτίθενται, και οι αναρχικοί πρέπει να συμμετέχουν στον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση . Στον καπιταλισμό, το κράτος ισχυρίζεται πως αντιπροσωπεύει την κοινότητα, πως ΕΙΝΑΙ η κοινότητα, το «δημόσιο» . Αυτός ο ισχυρισμός αποδεικνύεται ψέμα, όταν το κράτος καλείται να δράσει προς όφελος της κοινότητας. Στην πραγματικότητα το κράτος έχει πολλά χρήματα και ρυθμίζει σε γενικές γραμμές την γενικότερη πολιτική της καπιταλιστικής τάξης. Οι αναρχικοί εργάτες μπορούν να θέτουν αιτήματα στο κράτος, με τον ίδιο τρόπο που θα έθεταν αιτήματα στη διοίκηση μιας καπιταλιστικής εταιρείας. Αν απαιτούμε από μια εταιρεία την αύξηση των μισθών μας, το ίδιο μπορούμε να απαιτούμε από το κράτος να αυξήσει τον κατώτατο μισθό. Αν ζητάμε από μια εταιρεία μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση των μισθών, μπορούμε να ζητάμε και από το κράτος λιγότερες ώρες εργασίας τη βδομάδα, χωρίς μείωση μισθών. Αυτή είναι η βασική αρχή της αναρχικής-κοινωνικής οικονομίας: όλη η εργασία μοιράζεται ανάμεσα σε όλους τους εργάτες, και όλος ο παραγόμενος πλούτος μοιράζεται ανάμεσα σε όλους τούς εργάτες.’Όμως οι αναρχικοί εργάτες δεν πρέπει να εμπλακούν στη διαχείριση τον κράτους (κάθε μορφής), ούτε να εμπλακούν στη διαχείριση μιας καπιταλιστικής εταιρείας (αντίθετα με τους συνδικαλιστές γραφειοκράτες που μπαίνουν στα διοικητικά συμβούλια). Δεν πρέπει να εμπλεκόμαστε σε εκλογικές πολιτικές (τα δημοψηφίσματα είναι διαφορετικά).’Όταν για παράδειγμα οι εργάτες στη Βολιβία απαιτούν οι φυσικοί πόροι να εθνικοποιηθούν, και να αφαιρεθούν από τους ξένους καπιταλιστές, εμείς συμφωνούμε, αλλά πρέπει να έλθουν στα χέρια των εργατών και της κοινότητας. ‘Όχι στα χέρια του κράτους! ‘Όταν οι αριστεροί φιλελεύθεροι στις ΗΠΑ απαιτούν ένα κοινωνικό σύστημα υγείας (socialized medicine), εμείς το στηρίζουμε αρκεί να διοικείται από κοινοτικές δομές υγείας και οργανισμούς της κοινότητας. ‘Όχι γραφειοκρατικούς μηχανισμούς!
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΟΧΙ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟΣ
Στηρίζοντας μεταρρυθμίσεις δεν σημαίνει απαραίτητα πως στηρίζουμε τη στρατηγική του φιλελευθερισμού ή τον ρεφορμισμού. Οι φιλελεύθεροι επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τις μεταρρυθμίσεις προκειμένου να κάνουν τον καπιταλισμό πιο καθαρό, να προσφέρουν μια καλύτερη ζωή στους εργάτες, να σταματήσουν οι διακρίσεις απέναντι στον έγχρωμο πληθυσμό, να σταματήσουν οι πόλεμοι απέναντι σε μικρές χώρες (ειδικά όταν δεν έχουμε συμμάχους). Λειαίνουν απλά τις αλυσίδες μας για να μην μας γδέρνουν. Ιστορικά, οι σοσιαλιστές ρεφορμιστές (σοσιαλδημοκράτες) ήταν πιο τολμηροί (στη φαντασία τούς τουλάχιστον). Ήθελαν να χρησιμοποιήσουν μεταρρυθμίσεις ώστε σταδιακά, προσθετικά, και ειρηνικά να μετατρέψουν τον καπιταλισμό σε σοσιαλισμό. Αυτός ήταν ο στόχος των Φαβιανών Σοσιαλιστών της Βρετανίας, των Ποσιμπιλιστών (Possibilists) της Γαλλίας, και των Ρεβιζιονιστών της Γερμανίας. Στις μέρες μας τα σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης, δεν ευαγγελίζονται πλέον μια άλλη νέα κοινωνία. Είναι φιλελεύθερα, αν όχι νέο-φιλελεύθερα, δηλαδή κάτι ανάλογο με το Κόμμα των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ. Το ίδιο ισχύει και για τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Ευρώπης.
‘Όπως είπαμε και αλλού, υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη ρεφορμιστική εκδοχή τον αναρχισμού. Ακολουθώντας ένα πρόγραμμα που ανάγεται στην εποχή του Προυντόν, ελπίζει να περάσει από τον καπιταλισμό στον κοινωνικό-αναρχισμό μέσα από μια σταδιακή, σωρευτική, ειρηνική διαδικασία. Ελπίζει πως αυτό θα γίνει μέσα από κολεκτίβες, κοινοτικά κέντρα, και άλλους εναλλακτικούς θεσμούς και δραστηριότητες, μέχρι να ξεπεραστεί η παλιά κοινωνία. Υποθετικά η «General Motors» και η «United Steel», θα αντικατασταθούν από κολεκτίβες παραγωγών. Το αστικά κράτος, υποτίθεται δεν θα προσέξει τις αλλαγές αυτές, και έτσι τόσο αυτό, όσο και η τάξη που αυτό υπηρετεί θα αντικατασταθούν χωρίς να συντριβούν.
Αυτή είναι μια ευχάριστη , αλλά επικίνδυνη φαντασίωση . Η αστική τάξη ανέπτυξε τούς «εναλλακτικούς θεσμούς» της στις στάχτες του φεουδαρχικού συστήματος, όμως χρειάστηκε την «Ατλαντική Επανάσταση» για να θεμελιώσει τον καπιταλισμό.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την ευημερία που ακολούθησε, οι μεταρρυθμίσεις έγιναν σε μικρό βαθμό και ύστερα από μεγάλη πίεση. Υπήρχε φτώχεια ακόμη και στις ιμπεριαλιστικές χώρες, υπήρχε ρατσισμός, υπήρχε φυλετικός διαχωρισμός, υπήρχαν επιθετικοί πόλεμοι. Στον «Τρίτο Κόσμο» οι επαναστατικοί αγώνες συνυπήρχαν με τον αντεπαναστατικό τρόμο της κεντρικής και νότιας Λατινικής Αμερικής. Ακόμη και ρεφορμιστικά προγράμματα όπως αυτό του Αλιέντε στη Χιλή, πνίγηκαν στο αίμα. Στην εποχή μας, ο κόσμος ολόκληρος βουλιάζει στην οικονομική κρίση. Πώς περιμένουμε ειρηνικές μεταρρυθμίσεις να μεταμορφώσουν τις υπάρχουσες κοινωνίες χωρίς να συναντήσουν τη βίαιη αντίσταση του κράτους; Πώς; Γιατί;
Δεν κριτικάρω τις κολεκτίβες ή τις κοοπερατίβες σαν είδος μεταρρύθμισης. Είναι καλές για τα μέλη τούς και αποτελούν χρήσιμα βοηθήματα στον αγώνα. Τα εναλλακτικά διαδικτυακά μέσα, συμπεριλαμβανομένων και πολλών sites, είναι εξαιρετικά χρήσιμα προκειμένου να διαδίδεται και να «περνάει» το μήνυμα. ‘Όμως όλα αυτά, δεν αποτελούν -σε καμιά περίπτωση- στρατηγική για επιτυχημένη ανατροπή τον καπιταλισμού και τον κράτους!
Η επανάσταση δεν χρειάζεται να είναι βίαιη . Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το 8ο% τον πληθυσμού ανήκει στην εργατική τάξη (με την έννοια πως είναι μισθωτοί). Εάν ήταν συντεταγμένοι γύρω από ένα επαναστατικό πρόγραμμα, εάν είχαν κερδίσει την υποστήριξη των ενόπλων δυνάμεων (που προέρχονται από την εργατική τάξη), και εάν ήταν αποφασισμένοι να φτάσουν στο τέρμα, τότε η άρχουσα τάξη θα έχανε το ηθικά της και θα υποχωρούσε ευκολότερα. Αυτό θα γινόταν ακόμη ευκολότερο, αν είχαν επιτύχει κάποιες επαναστάσεις σε άλλες χώρες.
‘Όμως δεν υπάρχει καμιά εγγύηση πως κάτι τέτοιο θα συμβεί. Η καπιταλιστική τάξη των ΗΠΑ, είναι αδίστακτη και ανήλεη, όπως φαίνεται και από τη διεθνή πολιτική. Δεν διστάζει να ανατρέψει δημοκρατικά καθεστώτα ξένων χωρών και να τα αντικαταστήσει με στρατιωτικές δικτατορίες, και το ίδιο Θα κάνει και στην Αμερική αν χρειαστεί. Υποστηρίζεται μάλιστα από μια τεράστια «μεσαία τάξη». Επίσης υπάρχουν βαθύτατα ρατσιστικά, σεξιστικά, και συντηρητικά-θρησκευτικά αισθήματα σε τεράστια πληθυσμιακά κομμάτια της μεσαίας και της εργατικής τάξης. Η επαναστατική εργατική τάξη θα βρει απέναντί της έναν βαθιά πολωμένο και διαιρεμένο πληθυσμό. Πιθανότατα θα δώσει σκληρές μάχες για να αποτρέψει τη φασιστική καταπίεση .’Ίσως χρειαστεί να φέρει επαναστατικές δυνάμεις από το Μεξικό προκειμένου να στηριχθεί.’Όλα αυτά, εξαρτώνται από την καπιταλιστική τάξη και τούς συμμάχους της.
Ευτυχώς, η τάξη μας έχει και κάτι άλλο πέραν της αριθμητικής της υπεροχής, και των όπλων πού πιθανόν θα χρειαστεί για να υπερασπίσει τον εαυτό της.’Εχουμε τα «χέρια» σε διάφορα επίπεδα της βιομηχανίας, των μεταφορών και των υπηρεσιών, και μπορούμε να σταματήσουμε την κοινωνία και την ξαναστήσουμε σε νέες βάσεις. Αυτή είναι η πραγματική δύναμη τον προλεταριάτου. Αυτό δεν σημαίνει πως η αυτό-άμυνα είναι αχρείαστη : η αστυνομία και η φασιστική τρομοκρατία πρέπει να αντιμετωπίζονται (άμεσα). Η δύναμη όμως αυτή τον προλεταριάτου, μας δίνει μια θετική προοπτική .Οι ρεφορμιστές υποστηρίζουν πως στο παρελθόν όλες οι επαναστάσεις απέτυχαν. Αυτό δεν είναι αλήθεια, με την έννοια πως οι άνθρωποι κέρδισαν πολλά προνόμια από τις περασμένες επαναστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της δημοκρατίας και της ελευθερίας που υπάρχουν στις καπιταλιστικές χώρες, έστω σε περιορισμένο βαθμό. Συμφωνούμε, πάντως, πως καμιά προηγούμενη επανάσταση δεν έβαλε τέρμα στην εξουσία των καταπιεστικών μειονοτήτων. Δεν μπορούμε να αποδείξουμε πως η επανάσταση τώρα θα πετύχει. Όμως, ούτε ο ρεφορμισμός κατέληξε στη συντριβή του καπιταλισμού -όπως δεν κατέληξε ούτε η κρατική σοσιαλιστική εκδοχή τον ρεφορμισμού -ούτε η ήπια αναρχική εκδοχή. Αυτό είναι ζήτημα λογικής ανάλυσης,πίστης και δέσμευσης.
Εκδόσεις Σοφίτα, Δεκέμβριος 2016