Ο Ivan Illich, αυστριακός καθολικός ιερέας και αυθεντικός κοινωνικός στοχαστής, μπορεί να μην προσδιορίζονταν ως αναρχικός, αλλά η προθυμία του να αμφισβητήσει τις καθιερωμένες ιδέες και να σκεφτεί έξω από τα καθιερωμένα για διαφορετικές πτυχές της κοινωνίας, σημαίνει βέβαια πως μοιράζεται το είδος του ριζοσπαστικού πνεύματος αμφισβήτησης που είναι χαρακτηριστικό μεγάλου μέρους της αναρχικής σκέψης.
Αν και σχεδόν πενήντα χρόνια πέρασαν από το βιβλίο του, Κοινωνία Δίχως Σχολεία, μοιάζει ακόμη επίκαιρο σε μια στιγμή που η παρούσα κρίση και οι επιπτώσεις της έχουν αναγκάσει ακόμη και καθιερωμένους πολιτικούς να αναζητήσουν νέες ιδέες και προσεγγίσεις. Με την οικονομία της ελεύθερης αγοράς να έχει εγκαταλειφθεί προσωρινά, τους άστεγους να στεγάζονται προσωρινά και σοβαρό διάλογο περί βασικού εισοδήματος, η σκέψη έξω από τα καθιερωμένα έχει γίνει η νέα κανονικότητα. Επιπλέον, η πανδημία έχει επιβεβαιώσει την προθυμία μεγάλου αριθμού ανθρώπων να συνεισφέρουν σημαντικά στην ευημερία άλλων, ακόμη και αν είναι προς δική τους απώλεια, είτε μένοντας στο σπίτι είτε με το να προσφέρουν εθελοντικά. Η ιδέα της κοινότητας έχει γίνει ακόμη πιο ισχυρή.
Στο πλαίσιο αυτό, καθιερωμένοι θεσμοί αναγκάζονται να προσαρμοστούν. Θέλω να αρχίσω με το θεσμό που είναι στο επίκεντρο της Κοινωνίας Δίχως Σχολεία – την εκπαίδευση – πριν αναφερθώ στα άλλα ενδιαφέροντα του Illich, όπου υπάρχουν πολλά. Για τα σχολεία, η αναγκαιότητα να γίνουν εικονικά αναπόφευκτα σημαίνει μια μετατόπιση στη δυναμικλη εξουσίας μεταξύ δασκάλου και μαθητή και μια χαλάρωση των συμβατικών δομών και ορίων – ίσως η Lily ή ο John δεν είναι συνδεδεμένοι ή ολοκληρώνουν τις εργασίες τους στο σωστό χρόνο ή ίσως κάνουν κάτι εντελώς διαφορετικό.
Αυτή η τάση προς της αποθεσμικοποίηση συνδέεται με την εχθρικότητα του Illich προς το υποχρεωτικό σχολείο και την εναλλακτική που προτείνει. Υποστηρίζει πως οι επίσημοι εκπαιδευτικοί θεσμοί, μέσα από την εξάρτηση τους σε ένα προσχεδιασμένο πρόγραμμα, μέτρηση απόδοσης και πιστοποίηση, διδάσκει τους νέους ανθρώπους να αναγνωρίσουν τη θέση τους σε μια ιεραρχική κοινωνία, στην οποία ο μόνος δρόμος προς την επιτυχημένη ζωή, είναι η παθητική κατανάλωση του προσφερόμενου. Ένας σημαντικός αριθμός μαθητών μπορεί να αρνηθούν να συμμορφωθούν αλλά η απομόνωση τους αντιμετωπίζεται από εκείνους σε θέση εξουσίας ως παράπλευρο κόστος.
Αντί της επίσημης εκπαίδευσης, ο Illich προτιμά την ανεπίσημη ή ακόμη και συμπωματική μάθηση – με άλλα λόγια, μάθηση που συμβαίνει όταν μιλάμε με ένα γείτονα ή επιδιώκουμε ένα χόμπι. Δεν υπάρχει αναγκαιότητα, αναφέρει, για το φυσικό χώρο της τάξης ή της σχετικής απαίτησης πως κάθε παιδί ή νεαρό άτομο πρέπει να παρακολουθεί σχολείο ώστε να υπάρξει εκπαίδευση. Αν επιθυμούν, ή επιθυμούμε, να αναπτύξουμε μια δεξιότητα ή γνώση ενός αντικειμένου, μπορούμε ν το κάνουμε μέσα από το να βρούμε κάποιον που είναι σε θέση να μας βοηθήσει να πετύχουμε αυτό που θέλουμε – ίσως ένας βιβλιοθηκονόμος να μας προτείνει ένα βιβλίο ή ένας μέντορας μας καθοδηγήσει προς τη σωστή κατεύθυνση για να αναπτύξουμε τις ικανότητές μας σε ένα συγκεκριμένο πεδίο.
Φυσικά, οι ιδέες του Illich είναι πολύ πιο περίπλοκες από αυτό, αλλά το επιχείρημα του πως υπάρχει κάτι θεμελιωδώς λάθος με τη παραδοσιακή αντίληψη του σχολείου τον οδηγεί αυτόν και εμάς να θέσουμε καίρια ερωτήματα για άλλες πτυχές της κοινωνίας μας. γράφοντας, όπως κάνει, σε πολύ διαφορετικό χρόνο από εμάςμπορεί να μην έχει κάποιες άμεσες απαντήσεις για τα σημερινά ζητήματα αλλά οι ιδέες του μπορούν να συνεισφ΄ρουν σημαντικά.
Προερχόμενος από θρησκευτικό υπόβαθρο – ήταν ένας ελεύθερα σκεπτόμενος και αμφιλεγόμενος ιερέας για πολλά χρόνια, πρώτα στο Πουέρτο Ρίκο και έπειτα στο Μεξικό, όπου ίδρυσε το κέντρο για πνευματική αναζήτηση που δεν ήταν παραδοσιακό πανεπιστήμιο – διαθέτει μια βαθιά αίσθηση πως η δυτική καπιταλιστική κοινωνία βασίζεται σε αξίες που εμποδίζουν την ανθρωπότητα μας. Έτσι, προσφέρει ένα ισχυρό επιχείρημα για μορφές κοινωνικής οργάνωσης που βοηθούν να απελευθερωθούν και να ενδυναμωθούν οι άνθρωποι αντί να υπονομευτεί η ανεξαρτησία τους – ένα επιχείρημα που ξεκάθαρα έχει ομοιότητες με βασικά ρεύματα της αναρχικής σκέψης.
Ένας καλός τρόπος για να συνεχίσουμε την ανάλυση των ιδεών του είναι να εστιάσουμε στη διάκριση που κάνει μεταξύ χειριστικών και καλών θεσμών. Αν και ο Illich δεν μας δίνει ένα ξεκάθαρο ορισμό του πρώτου, τα παραδείγματα του – φυλακές ή οίκοι ευγηρίας, για να κατονομάσουμε δυο – σχετίζονται μεταξύ τους μέσα από το τρόπο που μειώνουν την αίσθηση του εαυτού τους ως ελεύθερα άτομα. Οι επαγγελματίες που διαχειρίζονται και εργάζονται σε τέτοιους θεσμούς ξεκάθαρα πιστεύουν πως βοηθούν εκείνους που είναι στην επίβλεψη τους να αποκατασταθούν ή προσφέρουν ιατρική φροντίδα. Παρόλα αυτά, το αποτέλεσμα της παροχής τους είναι να πείσουν άτομα να εσωτερικεύσουν την εικόνα του εαυτού τους που συμφέρει το θεσμό – σχεδόν εντελώς ως φυλακισμένου ή ασθενούς.
Επιπλέον, θεσμοί όπως η ιατρική και η κοινωνική φροντίδα, μπορεί να δημιουργήσει σχέσεις εξάρτησης που έχουν τη δυναμική να υποσκάψουν την αντίληψη μας για αυτονομία και έλεγχο και να δημιουργήσουν απαιτήσεις που δεν είναι προς το πραγματικό μας όφελος. Αν ήμασταν ένας λήπτης φροντίδας ή ασθενής, τότε έχουμε, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, παραδώσαμε το δικαίωμα να δρούμε ανεξάρτητα – είτε αυτό είναι το δικαίωμα να αποφασίσουμε πως περνάμε το χρόνο μας ή επιλέγουμε να πεθάνουμε αν η ποιότητα των ζωών μας έχει μειωθεί δραστικά.
Από την άλλη υπάρχουν θεσμοί – αυτοί που ο Illich επιθυμεί να ενισχύσει επειδή τους αντιμετωπίζει ως θελκτικούς – που μας επιτρέπουν να είμαστε ευκίνητοι ή να συνδεθούμε με άλλους ή να ασκηθούμε. Αυτοί οι καλοί θεσμοί – σιδηροδρομικές γραμμές, εταιρίες τηλεπικοινωνιών, πάρκα για να κατονομάσουμε μόνο τρεις – είναι εκείνες που χρησιμοποιούμε ή μάλλον εκείνες που επιδιώκουν να διαμορφώσουν τις ταυτότητες μας. Μας ενθαρρύνουν να ζήσουμε μια δραστήρια ζωή αντί μιας ζωής κατανάλωσης καθώς δεν βασίζονται σε επαγγελματίες, είτε αυτοί είναι δάσκαλοι, γιατροί ή κοινωνικοί λειτουργοί κλπ, δεν αναμένεται από εμάς απλά να δεχτούμε την εξουσία που αντιπροσωπεύουν αυτοί οι ρόλοι.
Δίπλα σε αυτούς τους καλούς θεσμούς είναι άνθρωποι και ομάδες στις γειτονιές μας – άνθρωποι και ομάδες που σίγουρα έχουν δείξει την δυνατότητα τους να σταθούν στο ύψος τους στους πρόσφατους καιρούς. Μπορεί να ανησυχούμε στο να χρησιμοποιήσουμε ερασιτέχνες και, φυσικά, χρειαζόμαστε ακόμη γιατρούς και νοσοκομεία για να διορθώσουμε το σπασμένο μας πόδι ή στη περίπτωση μιας σοβαρής ασθένειας. Παρόλα αυτά, για συγκεκριμένες ανάγκες – για παράδειγμα, για την αντιμετώπιση ασήμαντων παθήσεων και των εκπαιδευτικών που αναφέρθηκαν νωρίτερα – άτομα στην κοινότητα μπορεί να προσφέρουν την υπηρεσία που έχουμε ανάγκη όπως και ουσιαστικές και πιο ισότιμες σχέσεις – κάτι που πολλοί χειριστικοί θεσμοί μοχθούν για να πετύχουν.
Μια επιπλέον επίπτωση του είδους της αλλαγής που θέλει να δει ο Illich είναι η κατάργηση κάποιων κοινά αποδεκτών αξιών – αξίες που ο Illich ονομάζει μύθους. Το σχολείο, κατά την άποψη του, δεν είναι ο μόνος θεσμός με κρυφό πρόγραμμα που μεταδίδει βασικές αξίες που συνεισφέρουν στην συντήρηση μιας ιεραρχικής και αποξενωτικής κοινωνίας – αξίες όπως η προτεραιότητα στη μέτρηση και τη συνεχιζόμενη πρόοδο και ανάπτυξη.
Η ιατρική, για παράδειγμα, ενθαρρύνει την προσδοκία πως η ποιότητα της ιατρικής φροντίδας πρέπει να κρίνεται με βάση στατιστικά αποτελέσματα και το Κράτος τρέφει την πίστη πως όλοι έχουν ίσο μέρισμα στην τύχη της χώρας. Όμως αν μας έχει διδάξει κάτι η πρόσφατη κρίση, είναι πως η στατιστική μας λέει μόνο μια τμηματική ιστορία και πως η ιδέα ότι είμαστε σε αυτό όλοι μαζί είναι ξεκάθαρο ψέμα. Αρκεί να σκεφτεί κανείς την εξαίρεση των θανάτων σε ιδρύματα ευγηρίας από τα επίσημα στοιχεία για πολλές εβδομάδες στη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού και της τεράστιας παραμέλησης εκείνων που ζουν σε τέτοια ιδρύματα, για να αναγνωρίσουμε τις μεθόδους με τους οποίους οι χειριστικοί θεσμοί, περιλαμβανομένου του Κράτους, στερούνται κυρίως το είδος της διαφάνειας και αφοσίωσης στην αλήθειας που είναι κρίσιμος για μια πραγματικά δημοκρατική κοινωνία.
Μεγάλες εταιρίες και πολυεθνικές επίσης, σύμφωνα με τον Illich, προωθούν επιζήμιους μύθους, συμπεριλαμβανόμενης της ιδέας της κατανάλωσης αγαθών ως της οδού προς μια ευτυχισμένη ζωή – με άλλα λόγια, δημιουργούν την ανάγκη που επιδιώκουν να ικανοποιήσουν. Έτσι για τον Illich, όχι μόνο πρέπει να κινηθούμε προς στην κατεύθυνση πιο καλών θεσμών και ανεπίσημων δικτύων αλλά επίσης να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των τοπικών πάροχων υπηρεσιών και αγαθών – πάροχοι που δεν βασίζονται σε μαζικής κλίμακας διαφήμιση για να δημιουργήσουν αχρείαστη ζήτηση αλλά αντίθετα βασίζονται σε προσωπικές προτάσεις και προσωπικές σχέσεις για να ανθίσουν.
Η κομμώτρια ή ο μανάβης της γειτονιάς μας δεν προσπαθεί, για παράδειγμα, να μας πείσει συνεχώς να κάνουμε ή να π[άρουμε περισσότερα κουρέματα ή φρούτα και λαχανικά από όσα χρειαζόμαστε πραγματικά. Ούτε τέτοιοι θεσμοί έχουν μια περίτεχνη ιεραρχική δομή που συνεισφέρει σε άνισες σχέσεις εξουσίας και το είδους του κρυφού προγράμματος που αναφέρθηκε προηγουμένως.
Φυσικά, είναι εύκολο να επικρίνουμε το όραμα του Illich για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία ως υπερβολικά ιδεαλιστικό. Ωστόσο, όλο και πιο εξελιγμένοι υπολογιστές, επιπλέον μια όλο και μεγαλύτερη ανησυχία για τους τρόπους με τους οποίους είναι οργανωμένη η σημερινή κοινωνία – μια ανησυχία ενισχυμένη από τη πρόσφατη πανδημία, δείχνει πως οι ιδέες του έχουν την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη εγκυρότητα και σημασία σήμερα από ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν έγραφε την Κοινωνία Δίχως Σχολεία.
Με την πρόοδο της ρομποτικής τεχνολογίας στο βαθμό που απειλεί να πάρει τις δουλειές πολλών ανθρώπων, η ιδέα του Illich για μια κοινωνία που μοιάζει με ένα κουτί κλειδωμένο από μέσα, στην οποία σχεδόν τα πάντα είναι σχεδιασμένα και οργανωμένα, είναι όλο και πιο επίκαιρη. Επιχειρηματολογώντας σε μια γραμμή που δεν απέχει πολύ από τις αναρχικές ιδέες, προειδοποιεί για το κίνδυνο του να αφήσουμε τα εργαλεία μας – και οι υπολογιστές και οι θεσμοί μπορούν και τα δύο να θεωρηθούν ως είδη εργαλείων – να κυριαρχήσουν τις ζωές μας και να περιορίσουν σοβαρά τους χώρους στη κοινωνία για αυθορμητισμό και ελευθερία. Έτσι θέτει το ζήτημα προς το τέλος της Κοινωνίας Δίχως Σχολεία:
«Ο άνθρωπος ανέπτυξε την ενοχλητική δύναμη να απαιτεί οτιδήποτε επειδή δεν μπορεί να οπτικοποιήσει τίποτα που δεν μπορεί να κάνει για αυτόν ένας θεσμός. Περικυκλωμένος από πανίσχυρα εργαλεία, ο άνθρωπος έχει καταντήσει εργαλείο των εργαλείων του. Καθένας από τους θεσμούς που χρησίμευε να εξορκίσει ένα από τα πρωταρχικά κακά έχει καταντήσει ένα ασφαλές, αυοτσφραγιζόμενο φέρετρο για τον άνθρωπο».
Η φράση αυτοσφραγιζόμενο φέρετρο εδώ, όσο έντονη και αν είναι, μοιάζει υπερβολικά δραματική, αλλά με δεδομένο το επιχείρημα πως η όλο και μεγαλύτερη πρόοδος αναπόφευκτα βασίζεται στη δημιουργία όλο μεγαλύτερων αναγκών, είτε για περισσότερο σχολείο, φροντίδα ή καταναλωτικά αγαθά, πρακτικά δεν είναι.
Η σκέψη του Illich είναι ανατρεπτική αλλά σε μια εποχή που τόσοι τομείς της κανονικής ζωής έχουν ανατραπεί, το να σκέφτεσαι ανατρεπτικά για το πως να οργανώσουμε καλύτερα την κοινωνική ζωή, μοιάζει να ταιριάζει με τις νέες εποχές στις οποίες ζούμε. Ενώ, ούτε η Κοινωνία Δίχως Σχολεία, ούτε κάποιο από τα άλλα κείμενα του Illich, προσφέρουν ένα λεπτομερές σχέδιο για τη μορφή της οικονομίας και της κοινωνίας που θέλει να δει, υπάρχει μια σειρά από κατευθύνσεις. Σίγουρα θα είναι πιο τοπικά εστιασμένη – μια τάση που κάποιοι ειδικοί στο τομέα πιστεύουν πως θα μεγαλώσει καθώς οι άνθρωποι απομακρύνονται από τα εμπορικά κέντρα. Και θα υπάρξει μεγαλύτερη εξάρτηση για υπηρεσίες και αγαθά μέσα στη κοινότητα – κατά προτίμηση αγαθά που μπορούν να συναρμολογηθούν, επαναχρησιμοποιηθούν και να επισκευαστούν ώστε να μεγιστοποιηθεί η διάδραση των ατόμων με το φυσικό περιβάλλον γύρω τους.
Οι τωρινοί χειριστικοί θεσμοί θα μεταμορφωθούν σε αυτό που ο Illich αποκαλεί θεσμικά δίκτυα που θα επιτρέψουν σε όλους μας να συμμετάσχουμε με ισότιμο τρόπο και με διαφορετικούς τρόπους σε διαφορετικές στιγμές. Μια ουσιαστική δραστηριότητα για όλους, που διευκολύνεται από καλούς θεσμούς, είτε θα είναι κηπουρική ή εκμάθηση γαλλικών, θα γίνει ο κανόνας, έτσι ώστε η διάκριση μεταξύ εργασίας και ανεργίας θα γίνει αντικείμενο του παρελθόντος.
Αν και τέτοιες ιδέες μπορεί να θεωρούνται ως ουτοπικές από κάποιους, σίγουρα δεν είναι φανταστικές ή ανεφάρμοστες σε μια εποχή όταν υπάρχει η αίσθηση πως κάποια βασικά θεσμικά όρια μετατοπίζονται. Ούτε σοσιαλιστής ούτε και υποστηρικτής των δυτικών φιλελεύθερων δημοκρατιών στη σημερινή τους μορφή, ο Illich μας προκαλεί να αναθεωρήσουμε τις θεωρούμενες ως δεδομένες απόψεις μας για το τρόπο που η κοινωνία μας μπορεί να οργανωθεί και να φανταστούμε εναλλακτικές δυνατότητες. Υπάρχουν χειρότερα από το να τον δεχτούν ως δικό τους οι αναρχικοί.
Mike Peters, Freedom News