Απο το καταστατικό της Αναρχικής Ομοσπονδίας
3. Εθνικό ζήτημα – Εθνικισμός
Ως αναρχικοί διεθνιστές, θεωρούμε την εθνική ταυτότητα (όπως αυτή ορίζεται από την σύγχρονη πραγματικότητα του έθνους-κράτους και τον συνακόλουθο εθνικισμό που αυτό παράγει) μια επίπλαστη ταυτότητα. Στην έννοια του έθνους δεν βλέπουμε παρά τον εγκλωβισμό της μεγάλης πλειοψηφίας της ανθρωπότητας σε ένα εχθρικό και απάνθρωπο καθεστώς, ενάντια στα άμεσα και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της. Το πολιτικό περιεχόμενο του όρου «πατρίδα» είναι το κράτος της (το έθνος-κράτος), υπαρκτό ή προς δημιουργία. Αυτό το κράτος δεν είναι και δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο πέρα από προστάτης του εαυτού του και χωροφύλακας των συμφερόντων της εκάστοτε μειοψηφικής ελίτ που έχει στα χέρια της την πολιτική και οικονομική εξουσία, τα μέσα παραγωγής και συνακόλουθα ρυθμίζει την παραγωγή και την κατανάλωση του πλούτου. Σήμερα, η μειοψηφία αυτή είναι η αστική τάξη (παρόλο που ιστορικά σε αυτόν το ρόλο έχουν εμφανιστεί και άλλες τάξεις ή πολιτικές ελίτ, όπως η κομματική γραφειοκρατία). Σε κάθε περίπτωση, ο αγώνας ενάντια στο κράτος είναι και αγώνας ενάντια στις «πατρίδες».
Η ταυτότητα που εμείς είμαστε αναγκασμένοι να αντιπαραβάλλουμε απέναντι στην εθνική, η οποία εμπεριέχει μια πραγματικότητα εκμετάλλευσης και καταπίεσης, είναι η ταξική. Επιδιώκουμε δηλαδή την ενότητα, τη συνεννόηση και την οργάνωση των καταπιεσμένων σε όλον τον κόσμο, ώστε να καταστραφούν οι πηγές του κοινωνικού προβλήματος: ο καπιταλισμός, το κράτος και η εκμετάλλευση και καταπίεση που η ύπαρξή και λειτουργία τους συνεπάγεται. Με άλλα λόγια, θέλουμε να καταργήσουμε τα έθνη/κράτη και τα αφεντικά τους. Η ύπαρξη αυτού του κόσμου εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, ταξικής διαίρεσης και διαχωρισμού συνεπιφέρει αναπόφευκτα την ύπαρξη ταξικού προσήμου στους αγώνες. Αναγνωρίζουμε ότι η ταξική ταυτότητα αποτελεί ουσιαστικά αρνητική ταυτότητα, προϊόν του παρόντος εκμεταλλευτικού συστήματος. Ωστόσο, την προβάλλουμε μέχρι η νέα ατομική και κοινωνική ταυτότητα να γίνει εφικτή: η ταυτότητα των αυτόνομων ανθρώπων και των αυτοθεσμιζόμενων κοινωνιών τους, με κομμουνιστική διαχείριση του πλούτου σε όλη τη γη.
Όμως, παρά το γεγονός ότι θεωρούμε την εθνική ταυτότητα επίπλαστη, δεν μπορούμε να υποκριθούμε ότι δεν υπάρχει. Η πλάνη που κάνει π.χ. τον «έλληνα εργάτη» να θεωρεί οικείο το αφεντικό του και εχθρό τον «τούρκο εργάτη» είναι παγιωμένη στη συνείδηση εκατομμυρίων ανθρώπων εδώ και αιώνες. Έχει ήδη διαμορφώσει, μέσα από αληθινές ή κάλπικες πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, μέσα από πολέμους και σφαγές, μέσα από την τρομοκρατία και τις μετακινήσεις πληθυσμών, την παγκόσμια δυστοπία της. Τα έθνη-κράτη υπάρχουν, οι εθνικές αστικές τάξεις απομυζούν την μερίδα του λέοντος της εργασίας των πολλών σε κάθε ένα από τα οικόπεδα του παγκόσμιου χάρτη. Κι αυτό οι εργαζόμενοι δεν το πληρώνουν μόνο με το να είναι υποτελείς σε κυβερνήσεις ή το να νέμονται μόνο τα ψίχουλα του ιδρώτα τους: ανάμεσα στα κράτη και τις εθνικές αστικές τάξεις υπάρχει τόσο η συνεργασία και η συσπείρωση για την επίτευξη καλύτερων συνθηκών εξουσίας επί των υπηκόων τους όσο και ιεραρχία, ανταγωνισμός, σύγκρουση. Η τάξη μας δεν έχει απέναντί της μόνο τους μεμονωμένους αστούς και τους ανταγωνισμούς τους αλλά και τα κράτη που ως συλλογικοί καπιταλιστές αποσπούν υπεραξία με οικονομικούς, πολιτικούς και κάθε είδους τρόπους.
Ακόμη και σήμερα που βλέπουμε την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και διακρατικές οντότητες όπως η Ε.Ε. να υποβαθμίζουν την ισχύ των εθνικών κρατών και των αστικών τους τάξεων, ο πόλεμος και οι διάφορες μορφές καταπίεσης που δομούνται γύρω από την εθνική ταυτότητα συνεχίζουν να είναι στην ατζέντα.
Ως αναρχικοί, δεν μπορούμε παρά να δίνουμε τη μέγιστη σημασία στην αποτροπή των εθνικών συγκρούσεων. Για εμάς κάθε εθνικός πόλεμος είναι μια μορφή εμφυλίου ανάμεσα στους εκμεταλλευόμενους. Συνεπώς, αποβλέπουμε στην αποτροπή του, το σταμάτημά του και ει δυνατόν την εκτροπή του σε επαναστατικά μονοπάτια. Επίσης, δεν μπορούμε να αγνοούμε πως η εθνικιστική πλάνη αναπαράγει τον εαυτό της μέσα από τον φαύλο κύκλο των πολιτισμικών διωγμών και των υποχρεωτικών ομογενοποιήσεων. Η «πατρίδα» θα υπερασπίσει τον εαυτό της επιβάλλοντας όσες κοινότητες θεωρεί απαραίτητες. Γλώσσες, κουλτούρες, ήθη μειονοτήτων θα βρεθούν στο στόχαστρο απλώς και μόνο επειδή η ύπαρξή τους αποτελεί πιθανό φυτώριο για μια νέα αστική τάξη και μια πολιτική ελίτ, που θα επιδιώξει με τη σειρά της τη δική της επέκταση και αναπαραγωγή.
Ειδικά στη Βαλκανική χερσόνησο όπου ζούμε, η συνθήκη αυτή παραμένει σταθερή εδώ και αιώνες. Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα όλων των μειονοτήτων να διατηρήσουν και να εξελίξουν τις πολιτισμικές τους ιδιαιτερότητες και σε αυτό το επίπεδο στεκόμαστε στο πλευρό τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στηρίζουμε αιτήματα εθνικής αυτοδιάθεσης και σεπαρατισμούς που επιδιώκουν στην θέση ενός «αλλοεθνή» εκμεταλλευτή να βάλουν έναν «ομοεθνή».
Δεν υιοθετούμε στρουθοκαμηλικές λογικές που θεωρούν ότι αν αγνοήσεις την ύπαρξη των πολύπλοκων εθνικών ανταγωνισμών και επικεντρωθείς στην υπονόμευση αποκλειστικά της δικής σου «πατρίδας», τότε αυτοί θα εξαφανιστούν. Κατά συνέπεια, δεν υιοθετούμε απόψεις του λενινισμού και της αυτονομίας περί επαναστατικού ντεφετισμού ή λογικές που θεωρούν πως ένα απελευθερωτικό/ταξικό κίνημα στο εσωτερικό ενός κράτους πρέπει να αποκλείει από την κριτική του εθνικές αστικές τάξεις και επεκτατισμούς που βρίσκονται σε αντίπαλη θέση με το κράτος αυτό.
Στον αντίποδα, λογικές αριστερού πατριωτισμού, θεωρίες για προοδευτικούς εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, ανόητοι εκβιασμοί για την αποφυγή της κριτικής σε εθνικά κινήματα ή λογικές σταδίων και «προτεραιοτήτων», δεν οδηγούν παρά στην ταπείνωση της απελευθερωτικής προοπτικής μέσα από την υποταγή στην κυριαρχία των εθνών-κρατών που προβάλλονται σαν η μοναδική εφικτή πραγματικότητα. Δεν βρίσκουμε αντίφαση στο να στεκόμαστε έμπρακτα αλληλέγγυοι όταν αναγνωρίζουμε απελευθερωτικές βλέψεις αγωνιζόμενων λαών στιγματίζοντας παράλληλα τις εξουσιαστικές βλέψεις εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων και των ηγεσιών τους.
Για εμάς ο κύριος εχθρός βρίσκεται πρώτα μέσα στην ίδια την «πατρίδα μας», πρώτα από όλα γιατί αυτόν έχουμε κάθε μέρα απέναντί μας. Εχθρός μας όμως είναι η αστική τάξη και οι εξουσιαστικές ελίτ και των γειτονικών κρατών και όλων των κρατών. Εχθροί μας είναι και οι διακρατικοί σχηματισμοί όπως η ΕΕ ή το ΝΑΤΟ.
Αλλά δεν είναι μόνο η εγγύτητα που κάνει τον «ομοεθνή» ταξικό εχθρό τον σημαντικότερο: αν η εθνική ταυτότητα είναι από τα ισχυρότερα εργαλεία συντήρησης μιας ταξικής κοινωνίας, αυτό το επιτυγχάνει εγκλωβίζοντας και κονιορτοποιώντας τους καταπιεσμένους στη δυστοπία του «ρεαλισμού» της. Πρέπει να αρνούμαστε με το παράδειγμά μας να υποταχθούμε σε αυτόν
τον «ρεαλισμό». Χτίζουμε διεθνείς επαναστατικές γέφυρες, οργανωνόμαστε σε πολιτικό επίπεδο με άλλους αναρχικούς συντρόφους μας και προτάσσουμε την οργάνωση σε κοινωνικό επίπεδο των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευόμενων όλων των χωρών, και κυρίως των γειτονικών, στην προοπτική της συλλογικής εξέγερσης ή της ενεργού στήριξης όποιου κατορθώσει να επαναστατήσει πρώτος.
Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι έχουν υπάρξει ή μπορούν να υπάρξουν ιστορικές στιγμές που η εθνική καταπίεση μπορεί να λάβει τόσο τρομακτική και γενοκτονική μορφή που η αντίσταση σε αυτήν να γίνει προσωρινά πρώτη προτεραιότητα. Ακόμα όμως και σε μια τέτοια περίπτωση, το διακύβευμα της κοινωνικής απελευθέρωσης δεν μπορεί να επισκιαστεί. Ακόμα και τότε οι αναρχικοί οφείλουμε να μην υποστείλουμε τη σημαία μας στο όνομα καμιάς εθνική ενότητας ή εθνικών μετώπων με προοδευτικό ή μη πρόσημο.