Όλα ξεκίνησαν με μια απλή ιδέα. Τη συζήτησαν δύο και ενδιέφερε άμεσα σχεδόν μια ντουζίνα συναδέλφους στους οποίους απευθύνθηκαν. Κανένας και καμιά μας δεν είχε συνδικαλιστική εμπειρία, οργανωτικό πλάνο ή συγκεκριμένο σκοπό. Μας ένωσε η διάθεση να διεκδικήσουμε καλύτερους όρους για εμάς, αλλά και για τους υπόλοιπους συναδέλφους στην περιοχή, τα κοινά βιώματα και τα κοινά γαμώτο του –μεγάλου- μικρόκοσμου των εργαζόμενων στα μαγαζιά που ο υπόλοιπος κόσμος πάει για να διασκεδάσει.
Ήταν Ιούνης του 2006 και ο άξονας της προσπάθειας ήταν τα καφενεία-μπαράκια στις γωνίες της Λόντου, της Κωλέττη και της Μεσολογγίου. Από τις πρώτες κιόλας συναντήσεις, ήρθαν συνάδελφοι από όλη την περιοχή.
Η πρώτη συνάντηση έγινε ένα ζεστό μεσημέρι του Ιούνη στην έρημη από πελάτες αυλή του Καλλιδρόμιου (ενός παλιού καφέ-μπαρ, όπου πλέον στεγάζεται η κατάληψη Αρχείο 71). Οι συναντήσεις που ακολούθησαν γίνονταν άλλοτε στο θεατράκι και άλλοτε στα σκαλάκια του Στρέφη, μέχρι που -μέσω ενός συντρόφου- αποκτήσαμε πρόσβαση στη χρήση των γραφείων του Συλλόγου Βιβλίου Χάρτου. Το ενδιαφέρον ήταν μεγάλο και τα ζητήματα πολλά κι ετερόκλητα. Αποφασίσαμε να βγάλουμε ένα πρώτο ανοιχτό κάλεσμα για να δημοσιοποιήσουμε την ύπαρξή μας τόσο στους συναδέλφους όσο και στ’ αφεντικά της περιοχής. Το κάλεσμα ήταν ένα απλό αφισάκι Α3. Το περιεχόμενό του αντανακλά τα χαρακτηριστικά της πρωτόλειας αυτής προσπάθειας, όχι μόνο στο όνομα «Πρωτοβουλία εργαζομένων στα μαγαζιά διασκέδασης», αλλά και στο ότι παρουσιαζόμασταν ως «δημιουργία πλέγματος αλληλεγγύης», ούτε ως συνδικαλιστές δηλαδή, ούτε ως ομάδα… Η πρώτη αφισοκόλληση του –μελλοντικού- ΣΣΜ έγινε ένα μεσημέρι της πρώτης βδομάδας του Ιούλη του 2006. Το αφισάκι έλεγε τα εξής:
ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΑΛΩΣΙΜΟΙ
Οι εργασιακές συνθήκες στα καφενεία και τα μπαρ της περιοχής ακολουθούν εδώ και χρόνια μια φθίνουσα πορεία. Η αποχαλίνωση των ορέξεων των αφεντικών λόγω της ύπαρξης πρόθυμου και φτηνού εργατικού δυναμικού, σε συνδυασμό με την παθητικότητα των εργαζομένων απέναντι στη διαμορφωμένη κατάσταση, έχουν παγιώσει μια κατάσταση μαύρης και κακοπληρωμένης εργασίας σε πολλά μαγαζιά διασκέδασης. Οι μαγαζάτορες μας θεωρούν αναλώσιμους και προσπαθούν να μας το δείξουν με κάθε τρόπο: Χαμηλοί μισθοί, άρνηση ασφάλισης, απλήρωτες υπερωρίες και επιδόματα, απροειδοποίητη αλλαγή ωραρίου, παράλογες και αντιεπαγγελματικές απαιτήσεις από το προσωπικό, απολύσεις, συνθέτουν την εικόνα που πραγματικά υπάρχει πίσω απ’ τη διασκέδαση που απολαμβάνουν οι πελάτες…
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση αντιδρούμε με τη δημιουργία ενός πλέγματος αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων σ’ αυτά τα μαγαζιά και διεκδικούμε:
Ασφαλιστική κάλυψη και τα ένσημα που αντιστοιχούν στη δουλειά μας, διότι χωρίς αυτά ο εργοδότης «ξεχνά» τα δώρα και τα επιδόματα, μένουμε έκθετοι αν πάθουμε κάτι ακόμα και πάνω στη δουλειά και, τελοσπάντων, διότι είναι το πιο αυτονόητο δικαίωμα μας.
Μεροκάματα που να ανταποκρίνονται στην εργασία μας, γιατί είναι παράλογο να υπάρχουν σερβιτόροι που πληρώνονται 3,5 ευρώ την ώρα για να σερβίρουν ποτά 100πλάσιας αξίας στο ίδιο χρονικό διάστημα κι από πάνω να ‘χουν και το αφεντικό να λέει πως δεν το παίρνει για αυξήσεις…
Σταθερές συνθήκες εργασίας κι όχι αλλαγή των ωραρίων κάθε βδομάδα και αυξομείωση των ημερών εργασίας ανάλογα με τα κέφια του μαγαζάτορα. Επίσης, δε γίνεται να προσλαμβάνεσαι ως σερβιτόρος και στην πορεία να προκύπτει ότι είσαι και υπεύθυνος καθαριότητας, προμηθειών και αποθήκης κλπ.
Η ανοχή απέναντι στις απαράδεκτες αυτές συνθήκες εργασίας οφείλεται και στην παθητικότητα των εργαζομένων, λόγω των οικονομικών τους αναγκών, αλλά και της ανασφάλειας που δημιουργεί η μεμονωμένη διεκδίκηση. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται το ότι πολλοί βλέπουν αυτή τη δουλειά σαν ένα γρήγορο και προσωρινό τρόπο για να καλύψουν κάποιες ανάγκες ή να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και μας μεταχειρίζονται με αλαζονεία ως αναλώσιμα είδη της επιχείρησής τους. Ο μόνος τρόπος για να σπάσουμε αυτό το καθεστώς είναι η συλλογική διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας και το δυνάμωμα της αλληλεγγύης ανάμεσά μας.
Πρωτοβουλία εργαζομένων στα μαγαζιά διασκέδασης
Ο αμείλικτος αττικός Αύγουστος διέκοψε τις ζωηρές συναντήσεις της πρωτοβουλίας και το ραντεβού ανανεώθηκε για το Σεπτέμβρη. Τα νέα για την πρωτοβουλία ταξίδεψαν γρήγορα και –ήδη από τις πρώτες φθινοπωρινές συναντήσεις- η παρουσία συναδέλφων από άλλες πιάτσες οδήγησε στη διεύρυνση της προσπάθειας σε όλη την Αθήνα. Ταυτόχρονα, άρχισε να τίθεται το ζήτημα για τη δημιουργία εργατικού σωματείου. Μια σειρά συναντήσεων και έντονων τοποθετήσεων για τα υπέρ και τα κατά μιας τέτοιας προοπτικής κατέληξε στην απόφαση για τη δημιουργία του Σωματείου Σερβιτόρων Μαγείρων.
Δέκα χρόνια πριν, αυτή η εξέλιξη δεν ήταν καθόλου αυτονόητη. Οι ταξικές και εργατικές «ανησυχίες» του χώρου συνήθως περιορίζονταν στην αποδοκιμασία του καθεστωτικού συνδικαλισμού και την απαξίωση των εργατικών αγώνων, ως αποσπασματικών και συντεχνιακών. Οι στιγμές σύνδεσης του χώρου με εργατικούς αγώνες ήταν ελάχιστες και αποσπασματικές, η άρνηση του «υπάρχοντος» και της εργασίας ήταν πρωταρχικά σημεία του εκφερόμενου λόγου. Ακόμα και κομμάτια του χώρου με πιο ταξικές αναλύσεις και προσέγγιση της πραγματικότητας ήταν συνήθως μακριά από μια συνδικαλιστική λογική. Εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα δεν αποτέλεσε μόνο το ΣΣΜ, αλλά και πριν απ’ αυτό ομαδοποιήσεις όπως ο Βιβλιοφρικάριος και οι Caballeros, μια τάση των οποίων οδήγησε στη δημιουργία της ΣΒΕΟΔ. (Αν υπάρχουν παραλείψεις άλλων ομάδων και πρωτοβουλιών, αυτό δεν γίνεται σκόπιμα εδώ, απλώς το αρθράκι αυτό δεν κάνει μια αναλυτική ιστορική αποτύπωση, αλλά μια σύντομη «αρχαιολογία» του ΣΣΜ).
Η απόφαση για την ίδρυση του ΣΣΜ άνοιξε έναν καινούργιο γύρο συζητήσεων γύρω από τα χαρακτηριστικά του σωματείου, την αντιιεραρχική του δομή και το συνελευσιακό του χαρακτήρα. Η ίδρυση σωματείου ήταν μια τελείως άγνωστη διαδικασία για τους συμμετέχοντες. Λόγω αυτού, δημιουργήσαμε μια σειρά από ασφαλιστικές δικλείδες στο καταστατικό του ΣΣΜ, ώστε να διασφαλίζεται και θεσμικά ο «τυπικός» λόγος ύπαρξης του δ.σ. και των εκλογών, η πρωτοκαθεδρία της γενικής συνέλευσης, ο αποκλεισμός της όποιας ιεραρχίας ή γραφειοκρατικοποίησης. Ξεκινήσαμε το Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων με μεγάλες προσδοκίες, αλλά ταυτόχρονα και πολλές αναστολές. Δέκα χρόνια μετά, η ιστορία δε δικαίωσε τις πιο ακραία αισιόδοξες προσμονές, όμως σίγουρα έκλεισε το στόμα στην κακόπιστη κριτική που είχε δεχθεί το σωματείο στα πρώτα του βήματα. Η διαδρομή του ΣΣΜ μέσα στους εργατικούς αγώνες της τελευταίας δεκαετίας διηγείται από μόνη της την επιτυχία αυτής της προσπάθειας και τη διηγείται σίγουρα πολύ καλύτερα από οποιοδήποτε άρθρο…